ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΕΝΩΣΗ 'Η ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΑΛΛΑΓΗ ΣΕΛΙΔΑΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ;
Των ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΜΑΓΓΟΥ & ΣΩΤΗΡΗ ΜΠΟΥΖΑ
Σε σχετικό μας άρθρο στο Τμήμα Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ τον Δεκέμβρη του 2014 και εν όψει της επικείμενης νέας διακυβέρνησης της χώρας από το ΣΥΡΙΖΑ με τίτλο:
«Η Ευρωπαϊκη Ενωση, η Ελλάδα και η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, τι να κάνουμε – ο άλλος δρόμος»,επισημαίναμε ότι: «μια εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας για την Ευρώπη δεν πρέπει να αποτελεί αυτοσκοπό και ότι δεν μπορεί να γίνεται αποδεκτό και εφαρμόσιμο χωρίς αποκλίσεις ένα “νέο μοντέλο” που είναι αναγκαίο μόνο για την επίτευξη των στόχων των ισχυρών κρατών της Ε.Ε. στον τομέα της ενέργειας, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι τοπικές και ιδιαίτερες συνθήκες» καθώς επίσης ότι: «επιβάλλεται η επαναξιολόγηση του ισχύοντος μοντέλου, η έναρξη ενός ουσιαστικού διαλόγου (και φυσικά όχι διαλόγου κωφών και υποχρεωτική εφαρμογή των συμφερόντων των “ισχυρών”) μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων μερών και, τελευταίο και σημαντικότερο η επίτευξη «κεντρικής πολιτικής συμφωνίας» μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και άλλων κρατών που έχουν τα ίδια συμφέροντα, με τα ισχυρά κράτη και της ΕΕ ως σύνολο, αμοιβαία αποδεκτής από όλες τις πλευρές»
Τον Φεβρουάριο 2015 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με σχετικά της κείμενα «επικοινώνησε» το εύρημαENERGY UNION (ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΕΝΩΣΗ) - που έχει το ίδιο αρτικόλεξο με το ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ- καλώντας τους υπουργούς των κρατών μελών να πάρουν θέση στο συμβούλιο υπουργών ενέργειας στις αρχές Μαρτίου 2015.
«Μία γνήσια Eνεργειακή Ένωση στην Ευρώπη θα μπορούσε να είναι χρήσιμη για τους λαούς και τους καταναλωτές , ωστόσο αυτή θα πρέπει να συμβαδίσει με μία προοδευτική στροφή της Ευρώπης και να κτιστεί βήμα-βήμα σε γνήσια αναπτυξιακή και κοινωνική κατεύθυνση και όχι στη βάση των ψευδεπίγραφων νόμων της αγοράς που κρύβουν την κυριαρχία άτεγκτων συμφερόντων». Τα παραπάνω αποτελούν το απαύγασμα της πρώτης παρέμβασης-ομιλίας του υπουργού ΠΑΠΕΝ, Παναγιώτη Λαφαζάνη, στο προαναφερθέν συμβούλιο υπουργών. Μια ιστορική ομιλία…
Αυτές οι δηλώσεις γίνονται την ώρα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δε σταματάει την προσπάθειά της να υλοποιεί κάτω από τον ψευδεπίγραφο τίτλο “ENERGY UNION” τις ήδη ειλημμένες αποφάσεις και νεοφιλελεύθερες στρατηγικές κατευθύνσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και ιδιαίτερα αυτές που “ελήφθησαν” στις 24 Οκτωβρίου 2014. Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο οι νέες πολιτικές της Επιτροπής θα αποτελούν για όλoυς τους εμπλεκομένους όπως κράτη, αρχές, φορείς και εταιρείες ηλεκτρισμού, αντικείμενα συνεχούς προσαρμογής και παρεμβάσεων και ελέγχων.
Οι στρατηγικοί στόχοι και οι νέες μακροχρόνιες ενεργειακές πολιτικές που υιοθέτησαν η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποτελούν στην πραγματικότητα:
-Καρπό των συνεχών και έντονων πιέσεων που ασκούν οι πλέον ισχυροί εκπρόσωποι όσων κινούν τα νήματα και εξυφαίνουν τις βάρβαρες πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού με γνώμονα μόνο την αύξηση των κερδών τους χωρίς ίχνος ευαισθησίας και αίσθησης των αναγκών των λαών, δηλαδή των ισχυρών πολυεθνικών εταιρειών, των μεγάλων Ευρωπαϊκών εταιρειών ηλεκτρισμού, των διεθνών εργολάβων, των χρηματιστηρίων Ενέργειας, των κεφαλαιούχων και των βιομηχανιών των κεντρικών κρατών. Τριάντα χιλιάδες περίπου υπάλληλοι (sic!) της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Βρυξέλες επιχειρούν εδώ και χρόνια, μεταφέροντας σε κείμενα τις πολιτικές αυτές, κάτω από την καθοδήγηση των ελεγχομένων διευθυντηρίων τους και μιας απίστευτης γραφειοκρατίας, τις οποίες προσπαθούν να επιβάλλουν στα κράτη μέλη με κάθε πρόσφορο τρόπο.
-Επιπλέον προώθηση της νεοφιλελεύθερης “απελευθέρωσης” των εθνικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας με τις ενισχυμένες αρμοδιότητες των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, της ενίσχυσης του ρόλου του Οργανισμού Συνεργασίας των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών (ACER) χωρίς δημόσιο έλεγχο, της ενίσχυσης του ρόλου του Οργανισμού Συνεργασίας των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών (ACER) με στόχο τη δημιουργία υπερεθνικής αρχής κάτι σαν την ΕΚΤ (!) και χωρίς να προβλέπεται η αναγνώριση των ιδιαιτεροτήτων της κάθε χώρας και της θέλησης των λαών της.
- ‘Εφθασαν σε σημείο στο αρχικά κείμενα του Φεβρουαρίου να απαιτούν από τις χώρες μέλη, να ειδοποιούν εκ των προτέρων τις Βρυξέλλες για τις διακρατικές συμφωνίες - αφορούσες την ενέργεια - που πρόκειται να συνάψουν με άλλες χώρες (!), πράγμα που δεν εμφανίσθηκε στα επόμενα κείμενα – προφανώς μετά τις αντιδράσεις της πλειοψηφίας των χωρών, χωρίς όμως να αποκλείεται να επανέλθει την κατάλληλη στιγμή, όπως το συνηθίζουν οι καιροφυλακτούντες “γραφειοκράτες”. Έτσι επισημαίναμε στο άρθρο μας του Δεκέμβρη την ανάγκη να: «αντιδρούμε συνεχώς, δυναμικά, γρήγορα και συντονισμένα μη απουσιάζοντας από τις δημόσιες διαβουλεύσεις, αξιοποιώντας (για το πέρασμα των θέσεών μας προς υπεράσπιση των Ελληνικών συμφερόντων) πολιτικά τις διαφορετικές γνώμες, αντιθέσεις και προσεγγίσεις που φαίνεται καθαρά ότι υπάρχουν στα πλαίσια της Ε.Ε. και της επιτροπής»
Πριν από τις επίσημες θέσεις των κορυφαίων θεσμικών οργάνων της Ευρωπαικής Ένωσης (Οκτώβριος του 2014), κατά το 2013 και ιδιαίτερα στο 9μηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2014 εντάθηκαν οι “διαβουλεύσεις”, ώστε να υποστηριχθεί – όσο αυτό ήταν δυνατό – η υποβολή προτάσεων για τον νέο νεοφιλελεύθερο “επανασχεδιασμό” της ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Μέσα από αυτές τις διαδικασίες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε την ανακοίνωση της 13ης Οκτωβρίου 2014 στην οποία επισημαίνεται το γεγονός ότι μεταξύ των ετών 2008 και 2012 οι χονδρικές τιμές ηλεκτρικού ρεύματος μειώθηκαν κατά το ένα τρίτο. Ένα γεγονός που οφείλεται πέραν από τις συναλλαγές και πωλήσεις ενέργειας μεταξύ εταιρειών ιδίων συμφερόντων και στις δυνατότητες χειραγώγησης των τιμών μέσω των Χρηματιστηρίων Ενέργειας, αλλά και στην ολοένα και μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ στην παραγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στη συγκεκριμένη ανακοίνωση, απέφυγε να κάνει αναφορά στην αύξηση των τιμών λιανικής για τους ιδιώτες και τους μικρομεσαίους σε όλα τα κράτη, και, για το ποιοι καρπώνονται τις διαφορές αυτές.
Ιδιαίτερα στη χώρα μας σημειώναμε στο άρθρο του Δεκέμβρη ότι: «τόσο τα Μνημόνια όσο και οι πολιτικές εμπορευματοποίησης των κοινωνικών αγαθών που εφαρμόζονται με ένταση την τελευταία πενταετία στην Ελλάδα έχουν ήδη προκαλέσει δυσβάσταχτες αυξήσεις στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος (σχεδόν 100% τα τελευταία 10 χρόνια», καθώς και ότι: «αυτό που είναι απολύτως ξεκάθαρο είναι ότι η δημιουργία μιας Ενιαίας Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας που λειτουργεί αποκλειστικά με βάση τις «δυνάμεις της αγοράς» λόγω του υψηλού βαθμού ανελαστικότητας που εμφανίζει η Συνολική Ζήτηση – επειδή το ηλεκτρικό ρεύμα ικανοποιεί ανάγκες ζωτικής σημασίας, που με δυσκολία μπορούν να υποκατασταθούν από άλλο «αγαθό–εμπόρευμα» - αναμφισβήτητα ενισχύει τη θέση των “εμπόρων ηλεκτρικής ενέργειας” έναντι των καταναλωτών».
Η “ολοκλήρωση” της ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας απαιτεί να γίνουν – σύμφωνα με την Επιτροπή – νέα βήματα και να αντιμετωπισθούν ιδιαίτερα οι ακόλουθες “απαιτήσεις” με ορίζοντα το 2020:
-Πλήρης εναρμόνιση με τους κανόνες και πλήρης εφαρμογή της “νομοθεσίας” χωρίς εξαιρέσεις στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
-Διασύνδεση των Ηλεκτρικών δικτύων μεταξύ των κρατών τουλάχιστον 10% επί της εγκατεστημένης ισχύος παραγωγής σε κάθε χώρα. Ένα ποσοστό που για την Ελλάδα είναι ήδη καλυμμένο. Η χώρα μας όμως σαν νησιωτική που είναι, και έχει επείγουσα προτεραιότητα της διασύνδεσης των νησιών της και κυρίως της Κρήτης με την Ηπειρωτική χώρα σε ενιαίο διασυνδεδεμένο δίκτυο. Και σε αυτά τα έργα έχει ανάγκη η χώρα μας την χρηματική ευρωπαϊκή επιδότηση.
Δεν θέλουμε να είμαστε κακόπιστοι όμως η διασύνδεση των δικτύων μεταξύ των κρατών - που αναμφίβολα βελτιώνει την ηλεκτρική ασφάλεια, θα γίνει αντικείμενο πιέσεων προς όλες τις χώρες για μετεξέλιξη της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας τύπου Χρηματιστηρίου, ολοένα θα μεταβάλλεται ο οριζόντιος στόχος του 10% σε υψηλότερα ποσοστά, έτσι ώστε σταδιακά η ηλεκτρική ενέργεια των μικρών χωρών να αλωθεί από τους ισχυρούς Ευρωπαϊκούς ενεργειακούς κολοσσούς. Και κράτη χωρίς έλεγχο της ενέργειας και του τραπεζικού τους συστήματος παύουν στην ουσία να είναι ανεξάρτητα.
Με βάση τους σχεδιασμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κινητήριες δυνάμεις για την νεοφιλελεύθερη “ολοκλήρωση” της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας είναι οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς οι οποίοι θα διασυνδέσουν τα δίκτυα της κάθε χώρας – μέλους με άλλες χώρες μέλη της Ένωσης. Σχετικά με τους ανωτέρω στρατηγικούς στόχους και τις “νέες πολιτικές” της Επιτροπής οι εταιρείες του ενεργειακού κλάδου θα πρέπει να επιλύσουν μια σειρά από πολύ σημαντικά επιμέρους θέματα, όπως το γεγονός ότι οι εταιρείες χρειάζεται να συγκεντρώσουν πολύ σημαντικά κεφάλαια προκειμένου χρηματοδοτήσουν σημαντικού ύψους επενδύσεις ανάπτυξης των διασυνοριακών διασυνδέσεων. Η κάλυψη των σχετικών κεφαλαιακών αναγκών συνεπάγεται αύξηση των τελών για την επέκταση των δικτύων μεταφοράς με αναπόφευκτη τη μετακύλιση του σχετικού κόστους στους καταναλωτές.
Απαιτείται συνεχής εγρήγορση, παρεμβάσεις σε κάθε δυνατό επίπεδο μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκή επιτροπή, Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο και Συμβούλια υπουργών και αρχηγών κρατών) αλλά και και τέτοιες δράσεις μέσα και έξω από την ΕΕ, που να διασφαλίσουν τη δυνατότητα των χωρών να αποφασίζουν οι ίδιες για τη δημόσια ιδιοκτησία και τις υποδομές της ηλεκτρικής ενέργειας που θεωρούν στρατηγικής σημασίας για τους λαούς τους και τα συμφέροντα των κοινωνιών τους. Δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές οδηγίες, κανόνες και πολύ περισσότερο πιέσεις για την υποχρεωτική τους πώληση σε ιδιωτικά συμφέροντα.
Θα πρέπει να προωθήσουμε προτάσεις για να παρθούν μέτρα και να ασκηθούν πολιτικές Ευρωπαϊκής χρηματοδότησης για την άρση της ενεργειακής απομόνωσης περιοχών από τα διασυνδεδεμένα ενεργειακά δίκτυα, καθώς και για τη δημιουργία τερματικών και χρηματοδότηση εναλλακτικών αγωγών Φυσικού Αερίου, αναπτύσσοντας τη συνεργασία ανάμεσα στις χώρες, προωθώντας την κοινωνική και αναπτυξιακή πολιτική ώστε να σταθεροποιείται η ειρήνη και να δημιουργείται οικονομική ευημερία.
Στόχος μας πρέπει να είναι το πλαίσιο για την ενέργεια να υπηρετεί του λαούς, τους καταναλωτές, τις τοπικές κοινότητες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με ισότιμη και φτηνή πρόσβασή τους σ’ αυτή. Η καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας που δεν είναι φαινόμενο μόνο της χώρας μας, αλλά εξαπλώνεται σε όλη την Ευρώπη, θα πρέπει να είναι μέλημά μας.
Η προσπάθεια για αλλαγή σελίδας στις πολιτικές της ΕΕ, ώστε να αντιμετωπίσει την ενέργεια όχι αποκλειστικά σαν ένα «αγαθό- εμπόρευμα» αλλά σαν βασική κοινωνική υποχρέωση των κρατών για τους πολίτες τους και κυρίως για τους πιο φτωχούς από αυτούς, θα πρέπει να είναι ψηλά στην ατζέντα των προτεραιοτήτων μας.
Πάντως σε κάθε περίπτωση τα κρίσιμα ερωτήματα που τίθενται, καθόσον και επίκαιρα είναι και απαιτούν αγωνιστικές δράσεις είναι έως πότε θα συνεχίσουν οι λαοί να πληρώνουν τα επακόλουθα της νεοφιλελεύθερης ενεργειακής πολιτικής της Ένωσης και πώς να δραστηριοποιηθούμε πρακτικά για να ανακόψουμε την πορεία προς πλήρη κυριαρχία των Ευρωπαϊκών μονοπωλίων και στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας (κατά το παλαιό πρότυπο των 7 αδελφών στα καύσιμα).
ΠΗΓΗ: iskra.gr